24/7
CALL3 US
󰀒 02 456 923

Η γονική μέριμνα και η απαγωγή παιδιών στην ΕΕ

󰀄
Η γονική μέριμνα και η απαγωγή παιδιών στην ΕΕ

Η γονική μέριμνα καλύπτει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις έναντι του παιδιού και των περιουσιακών στοιχείων του. Παρόλο που η έννοια αυτή ποικίλλει μεταξύ των κρατών-μελών, καλύπτει συνήθως την επιμέλεια και τα δικαιώματα επικοινωνίας.

Τα «διεθνή» ζευγάρια με ένα ή περισσότερα παιδιά που χωρίζουν θα πρέπει να συμφωνήσουν για την επιμέλεια των παιδιών.

Τι είναι επιμέλεια; Τι είναι το δικαίωμα επικοινωνίας;

Εφόσον οι γονείς ζουν μαζί, συνήθως ασκούν από κοινού την επιμέλεια των παιδιών τους. Ωστόσο, σε περίπτωση διάστασης ή διαζυγίου, οι γονείς πρέπει να αποφασίσουν πώς θα ασκούν την επιμέλεια στο μέλλον.

Οι γονείς μπορούν να αποφασίσουν ότι το παιδί θα ζει εναλλάξ με τους δύο γονείς, ή μόνον με τον ένα γονέα. Στην τελευταία περίπτωση, ο άλλος γονέας έχει συνήθως το δικαίωμα να επισκέπτεται το παιδί, σε ορισμένες χρονικές περιόδους.

Το δικαίωμα επιμέλειας καλύπτει, επίσης, άλλα δικαιώματα και υποχρεώσεις που συνδέονται με την εκπαίδευση και τη φροντίδα του παιδιού, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος μέριμνας για το παιδί και την περιουσία του. Οι γονείς, συνήθως, έχουν τη γονική μέριμνα ενός παιδιού, αλλά αυτή μπορεί επίσης να περιέλθει σε ίδρυμα το οποίο ασχολείται με το παιδί.

Ποιος αποφασίζει για την επιμέλεια των παιδιών και το δικαίωμα επικοινωνίας;

Οι γονείς μπορούν να αποφασίζουν σχετικά με τα θέματα αυτά με αμοιβαία συμφωνία. Το Γραφείο μας, σε τέτοιες περιπτώσεις, μπορεί να βοηθήσει, εφόσον οι γονείς δεν είναι σε θέση να καταλήξουν σε συμφωνία.

Εάν, και παρά την παρέμβασή μας, οι γονείς δεν είναι σε θέση να καταλήξουν σε συμφωνία, θα πρέπει ενδεχομένως να προσφύγουν στο δικαστήριο. Το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ή ότι και οι δύο γονείς θα έχουν την επιμέλεια του παιδιού (κοινή επιμέλεια) ή ότι θα την έχει ο ένας από τους δύο  (αποκλειστική επιμέλεια). Σε περίπτωση που μόνο ο ένας γονέας έχει την επιμέλεια, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει σχετικά με το δικαίωμα επικοινωνίας του άλλου γονέα.

Στην περίπτωση των «διεθνών» ζευγαριών, οι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) καθορίζουν ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο να ασχοληθεί με την υπόθεση. Ο κύριος στόχος είναι να μην προσφύγει ο κάθε γονέας σε δικαστήριο της χώρας του, ώστε να αποφευχθεί η έκδοση δύο αποφάσεων για την ίδια υπόθεση. Η αρχή είναι ότι αρμόδιο δικαστήριο είναι το δικαστήριο της χώρας όπου το παιδί έχει τη συνήθη διαμονή του.

Η απόφαση του Δικαστηρίου θα εκτελεστεί σε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ);

Ένας μηχανισμός για την αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων διασφαλίζει ότι η απόφαση του δικαστηρίου, μετά την έκδοσή της, εκτελείται και σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Τούτο καθιστά ευκολότερη την άσκηση των δικαιωμάτων εκείνων οι οποίοι ασκούν τη γονική μέριμνα.

Συγκεκριμένα, η απόφαση η οποία αφορά το δικαίωμα επικοινωνίας θα αναγνωρισθεί σε κάποιο άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε., χωρίς να απαιτείται καμία ειδική διαδικασία. Έτσι υποστηρίζεται η σχέση μεταξύ του παιδιού και των δύο γονέων του.

Ποιοι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ισχύουν εν προκειμένω;

Οι κανόνες επίλυσης διασυνοριακών υποθέσεων μεταξύ των παιδιών και των γονέων τους αποτελούν μέρος του κανονισμού Βρυξέλλες ΙΙα. Οι κανόνες αυτοί εφαρμόζονται εξίσου σε όλα τα παιδιά, είτε έχουν γεννηθεί εντός είτε εκτός γάμου. Ο κανονισμός Βρυξέλλες ΙΙα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της δικαστικής συνεργασίας της Ε.Ε. σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας. Εφαρμόζεται δε από την 1η Μαρτίου 2005 σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. με εξαίρεση τη Δανία.

Πώς συμβάλλουν οι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στην πρόληψη της απαγωγής παιδιών;

Το δικαστήριο της χώρας όπου το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του πριν από την απαγωγή θα παραμείνει αρμόδιο έως ότου διευθετηθεί η υπόθεση της απαγωγής. Αυτό αποσκοπεί στο να αποφεύγεται το ενδεχόμενο να απαγάγουν οι γονείς το παιδί τους με την ελπίδα να εξασφαλίσουν ευνοϊκότερη απόφαση του δικαστηρίου στη δική τους χώρα.

Σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. υπάρχουν κεντρικές αρχές (με εξαίρεση τη Δανία), οι οποίες βοηθούν τους γονείς που είναι θύματα διασυνοριακής απαγωγής παιδιών. Είναι δυνατή η ενεργοποίηση διαδικασίας για την επιστροφή του απαχθέντος παιδιού. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο πρέπει να αποφανθεί επί του θέματος εντός έξι εβδομάδων. Το δικαστήριο θα πρέπει να δώσει στο παιδί δυνατότητα ακρόασης κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, εκτός εάν αυτό αντενδείκνυται λόγω της ηλικίας και του βαθμού ωριμότητάς του.

Το δικαστήριο της χώρας όπου μεταφέρθηκε το παιδί μπορεί να αντιταχθεί στην επιστροφή του παιδιού, μόνον εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η επιστροφή του παιδιού να το εκθέσει σε φυσική ή ψυχική δοκιμασία (άρθρο 13 στοιχείο β της σύμβασης της Χάγης του 1980). Ωστόσο, η αίτηση επιστροφής δεν μπορεί να απορριφθεί, εάν έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία του παιδιού. Εάν το δικαστήριο κρίνει ότι το παιδί δεν πρέπει να επιστραφεί, είναι απαραίτητο (πρέπει) να επικοινωνήσει με το δικαστήριο της χώρας από την οποία έχει απαχθεί το παιδί.

Το δικαστήριο της χώρας από την οποία έχει απαχθεί το παιδί θα αποφασίσει στη συνέχεια σχετικά με την τελική έκβαση της υπόθεσης, λαμβάνοντας υπόψη τις αποδείξεις και το σκεπτικό του άλλου δικαστηρίου. Ο δικαστής πρέπει, επίσης να ακούσει το παιδί και αμφότερα τα μέρη.

Η τελική απόφαση του δικαστηρίου της χώρας από την οποία έχει απαχθεί το παιδί αναγνωρίζεται αυτομάτως και είναι εκτελεστή στην άλλη χώρα της Ε.Ε. χωρίς να απαιτείται κήρυξη της εκτελεστότητάς της («κατάργηση του exequatur»), υπό την προϋπόθεση ότι ο δικαστής έχει εκδώσει πιστοποιητικό.

error: Content is protected !!